Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Λευκοθέη
λευκοθρᾳκία
λευκόθριξ
λευκοθώραξ
λευκοίκιον
λευκόϊνος
λευκόϊον
λευκόκαρπος
λευκόκαυλος
λευκόκηρος
λευκόκνημος
λευκόκομος
λευκοκράμβη
λευκοκύμων
λευκόλιθος
λευκόλινον
Λεύκολλα
Λεύκολλος
λευκολόφας
λευκόλοφος
λευκομαινίς
View word page
λευκόκνημος
white-legged

ShortDef

white-legged

Debugging

Headword:
λευκόκνημος
Headword (normalized):
λευκόκνημος
Headword (normalized/stripped):
λευκοκνημος
IDX:
52742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52743
Key:

Data

{'content': 'white-legged'}