Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λευκερῳδιός
Λευκή
λεύκη
λευκηναί
λευκηπατίας
λευκήπειρος
λευκήρετμος
λευκήρης
λεύκινος
Λεύκιος
Λευκίππη
Λευκιππίδες
Λεύκιππος
λεύκιππος
λευκίσκος
λευκοβραχίων
λευκόγειος
λευκογραφέω
λευκογραφία
λευκογραφίς
λεύκογρυψ
View word page
Λευκίππη
Leucippe
ShortDef
Leucippe
Debugging
Headword:
Λευκίππη
Headword (normalized):
λευκίππη
Headword (normalized/stripped):
λευκιππη
IDX:
52719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52720
Key:
Data
{'content': 'Leucippe'}