Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεσχολογία
λεσχώδης
λεσῶνις
λευγαλέος
Λευίτης
Λευκάδιος
λευκαθίζω
λευκαία
λευκαίνω
Λευκαῖος
λευκάκανθα
λευκάλφιτος
λευκάμπυξ
λευκάνθεμον
λευκανθής
λευκανθίζω
Λευκανός
λεύκανσις
λευκαντέον
λευκαντής
λευκαντικός
View word page
λευκάκανθα
white thistle, Tyrimnus leucographus
ShortDef
white thistle, Tyrimnus leucographus
Debugging
Headword:
λευκάκανθα
Headword (normalized):
λευκάκανθα
Headword (normalized/stripped):
λευκακανθα
IDX:
52690
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52691
Key:
Data
{'content': 'white thistle, Tyrimnus leucographus'}