Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεπτοσχιδής
λεπτόσωμος
λεπτοταρίχιον
λεπτότης
λεπτοτομέω
λεπτοτράχηλος
λεπτότρητος
λεπτουργέω
λεπτουργής
λεπτουργία
λεπτουργικά
λεπτουργός
λεπτοϋφής
λεπτοφαής
λεπτόφλοιος
λεπτόφυλλος
λεπτόφωνος
λεπτοχειλής
λεπτόχρως
λεπτόχυλος
λεπτοψάμαθος
View word page
λεπτουργικά
articles of fine workmanship

ShortDef

articles of fine workmanship

Debugging

Headword:
λεπτουργικά
Headword (normalized):
λεπτουργικά
Headword (normalized/stripped):
λεπτουργικα
IDX:
52636
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52637
Key:

Data

{'content': 'articles of fine workmanship'}