Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσκελής
λεπτοσπάθητος
λεπτοσπάθιον
λεπτόσπερμος
λεπτόστομος
λεπτοσύνθετος
λεπτοσχιδής
λεπτόσωμος
λεπτοταρίχιον
λεπτότης
λεπτοτομέω
λεπτοτράχηλος
λεπτότρητος
λεπτουργέω
View word page
λεπτόσπερμος
with small seeds

ShortDef

with small seeds

Debugging

Headword:
λεπτόσπερμος
Headword (normalized):
λεπτόσπερμος
Headword (normalized/stripped):
λεπτοσπερμος
IDX:
52623
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52624
Key:

Data

{'content': 'with small seeds'}