Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσκελής
λεπτοσπάθητος
λεπτοσπάθιον
λεπτόσπερμος
λεπτόστομος
λεπτοσύνθετος
View word page
λεπτόραμφος
having a slender bill

ShortDef

having a slender bill

Debugging

Headword:
λεπτόραμφος
Headword (normalized):
λεπτόραμφος
Headword (normalized/stripped):
λεπτοραμφος
IDX:
52615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52616
Key:

Data

{'content': 'having a slender bill'}