Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεπτομήλη
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσκελής
λεπτοσπάθητος
λεπτοσπάθιον
λεπτόσπερμος
λεπτόστομος
View word page
λεπτόπυγος
with a thin

ShortDef

with a thin

Debugging

Headword:
λεπτόπυγος
Headword (normalized):
λεπτόπυγος
Headword (normalized/stripped):
λεπτοπυγος
IDX:
52614
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52615
Key:

Data

{'content': 'with a thin'}