Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσκελής
λεπτοσπάθητος
λεπτοσπάθιον
View word page
λεπτόπους
with small, delicate feet
ShortDef
with small, delicate feet
Debugging
Headword:
λεπτόπους
Headword (normalized):
λεπτόπους
Headword (normalized/stripped):
λεπτοπους
IDX:
52612
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52613
Key:
Data
{'content': 'with small, delicate feet'}