Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεπτομέρεια
λεπτομερής
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
λεπτός
λεπτόσαρκος
λεπτοσκελής
View word page
λεπτοποίησις
making fine
ShortDef
making fine
Debugging
Headword:
λεπτοποίησις
Headword (normalized):
λεπτοποίησις
Headword (normalized/stripped):
λεπτοποιησις
IDX:
52610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52611
Key:
Data
{'content': 'making fine'}