Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεπτολογέω
λεπτολογία
λεπτολόγος
λεπτομέρεια
λεπτομερής
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
λεπτόπυγος
λεπτόραμφος
λεπτόρριζος
λεπτόρρυτος
View word page
λεπτόνευρος
with thin sinews

ShortDef

with thin sinews

Debugging

Headword:
λεπτόνευρος
Headword (normalized):
λεπτόνευρος
Headword (normalized/stripped):
λεπτονευρος
IDX:
52607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52608
Key:

Data

{'content': 'with thin sinews'}