Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεπτοκοπέω
λεπτοκτήτωρ
λεπτολάχανον
λεπτόλιθος
λεπτολογέω
λεπτολογία
λεπτολόγος
λεπτομέρεια
λεπτομερής
λεπτομεριμνία
λεπτομέριμνος
λεπτομήλη
λεπτόμιτος
λεπτόν
λεπτόνευρος
λεπτόπηνος
λεπτοποιέω
λεπτοποίησις
λεπτοποιητέον
λεπτόπους
λεπτόπρυμνος
View word page
λεπτομέριμνος
meticulous
ShortDef
meticulous
Debugging
Headword:
λεπτομέριμνος
Headword (normalized):
λεπτομέριμνος
Headword (normalized/stripped):
λεπτομεριμνος
IDX:
52603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52604
Key:
Data
{'content': 'meticulous'}