Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγκυλοχείλης
ἀγκυλοχήλης
ἀγκυλόω
ἀγκύλωμα
ἀγκύλωσις
ἀγκυλωτός
ἄγκυρα
ἀγκυρίζω
ἀγκύριον
ἀγκύρισμα
ἀγκυρίτης
ἀγκυροβολέω
ἀγκυροβόλιον
ἀγκυροειδής
ἀγκυρομήλη
ἀγκυρουχία
ἀγκυρωτός
ἀγκών
ἀγκωνίζω
ἀγκώνιον
ἀγκωνισμός
View word page
ἀγκυρίτης
anchor-stone

ShortDef

anchor-stone

Debugging

Headword:
ἀγκυρίτης
Headword (normalized):
ἀγκυρίτης
Headword (normalized/stripped):
αγκυριτης
IDX:
525
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-526
Key:

Data

{'content': 'anchor-stone'}