Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεπτίον
λεπτίτιδες
λεπτόβλαστος
λεπτόβυρσος
λεπτόγαστρος
λεπτόγειος
λεπτογνώμων
λεπτόγραμμος
λεπτόγραφος
λεπτοδερμία
λεπτόδερμος
λεπτόδομος
λεπτόθριξ
λεπτόθριος
λεπτόϊνος
λεπτοκάλαμος
λεπτόκαρπος
λεπτοκάρυον
λεπτόκαρφος
λεπτοκεραμεῖον
λεπτοκεραμεύς
View word page
λεπτόδερμος
with thin
ShortDef
with thin
Debugging
Headword:
λεπτόδερμος
Headword (normalized):
λεπτόδερμος
Headword (normalized/stripped):
λεπτοδερμος
IDX:
52581
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52582
Key:
Data
{'content': 'with thin'}