Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Λεπρεάτης
Λέπρεον
λεπρικός
λεπρόομαι
λεπρός
λεπρύνομαι
λεπρώδης
λέπρωσις
λεπταλέος
λεπτεπίλεπτος
λεπτερέβινθος
λεπτηκής
Λεπτίνης
λεπτίον
λεπτίτιδες
λεπτόβλαστος
λεπτόβυρσος
λεπτόγαστρος
λεπτόγειος
λεπτογνώμων
λεπτόγραμμος
View word page
λεπτερέβινθος
cicer

ShortDef

cicer

Debugging

Headword:
λεπτερέβινθος
Headword (normalized):
λεπτερέβινθος
Headword (normalized/stripped):
λεπτερεβινθος
IDX:
52568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52569
Key:

Data

{'content': 'cicer'}