Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεόπαρδος
λεπαδεύομαι
λεπαδνιστήρ
λέπαδνον
λεπαῖος
λέπαργος
λέπας
λεπάς
λέπασμα
λεπαστή
λεπίδιον
λεπιδοειδής
λεπιδόομαι
Λέπιδος
λεπιδωτός
λεπίζω
λέπιον
λεπίς
λέπισμα
λεπιστός
λέπορις
View word page
λεπίδιον
small plate, capsule

ShortDef

small plate, capsule

Debugging

Headword:
λεπίδιον
Headword (normalized):
λεπίδιον
Headword (normalized/stripped):
λεπιδιον
IDX:
52544
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52545
Key:

Data

{'content': 'small plate, capsule'}