Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λεοντοπρόσωπος
λεοντοτροφία
λεοντοῦχος
λεοντοφόνος
λεοντοφόρος
λεοντοφυής
λεοντόχλαινος
λεοντόχορτος
λεοντόχρους
λεοντόψυχος
λεοντώδης
λεόπαρδος
λεπαδεύομαι
λεπαδνιστήρ
λέπαδνον
λεπαῖος
λέπαργος
λέπας
λεπάς
λέπασμα
λεπαστή
View word page
λεοντώδης
lion-like
ShortDef
lion-like
Debugging
Headword:
λεοντώδης
Headword (normalized):
λεοντώδης
Headword (normalized/stripped):
λεοντωδης
IDX:
52533
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52534
Key:
Data
{'content': 'lion-like'}