Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεοντομιγής
λεοντόμορφος
λεοντομύρμηξ
λεοντοπέταλον
λεοντόπους
λεοντοπρόσωπος
λεοντοτροφία
λεοντοῦχος
λεοντοφόνος
λεοντοφόρος
λεοντοφυής
λεοντόχλαινος
λεοντόχορτος
λεοντόχρους
λεοντόψυχος
λεοντώδης
λεόπαρδος
λεπαδεύομαι
λεπαδνιστήρ
λέπαδνον
λεπαῖος
View word page
λεοντοφυής
of lion nature

ShortDef

of lion nature

Debugging

Headword:
λεοντοφυής
Headword (normalized):
λεοντοφυής
Headword (normalized/stripped):
λεοντοφυης
IDX:
52528
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52529
Key:

Data

{'content': 'of lion nature'}