Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λεοντιάω
λεοντιδεύς
λεοντικός
Λεοντῖνοι
Λεοντῖνος
Λεόντιον
Λεόντιος
λεοντίς
λεοντοβάμων
λεοντόβασις
λεοντόβοτος
λεοντοβότος
λεοντοδάμας
λεοντοδέρης
λεοντόδιφρος
λεοντοειδής
λεοντοκέφαλος
λεοντοκόμος
λεοντόκρουνον
λεοντομάχος
λεοντομιγής
View word page
λεοντόβοτος
fed on by lions

ShortDef

fed on by lions

Debugging

Headword:
λεοντόβοτος
Headword (normalized):
λεοντόβοτος
Headword (normalized/stripped):
λεοντοβοτος
IDX:
52508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52509
Key:

Data

{'content': 'fed on by lions'}