Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λείωσις
λειωτέον
λεκάνη
λεκάνιον
λεκανόμαντις
λεκανόπωλις
λέκανος
λεκανοσκοπία
λεκάριον
λεκίθιον
λεκιθίτης
λεκιθοπώλης
λέκιθος
λέκιθος2
λεκιθώδης
λέκος
λεκτέος
λέκτης
λεκτίκιον
λεκτικός
λεκτίς
View word page
λεκιθίτης
made of pulse
ShortDef
made of pulse
Debugging
Headword:
λεκιθίτης
Headword (normalized):
λεκιθίτης
Headword (normalized/stripped):
λεκιθιτης
IDX:
52452
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52453
Key:
Data
{'content': 'made of pulse'}