Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λειόβατος
λειογένειος
λειόγλωσσος
λειοκάρηνος
λειόκαυλος
λειοκυμονέω
λειοκύμων
λειόμιτος
λειοντῆ
λειοντομάχης
λειοντοπάλης
λειοποιέω
λειοποίησις
λειόπους
λεῖος
λειόστρακον
λειότης
λειοτριχιάω
λειουρία
λειόφλοιος
λειόφυλλος
View word page
λειοντοπάλης
a wrestler with a lion

ShortDef

a wrestler with a lion

Debugging

Headword:
λειοντοπάλης
Headword (normalized):
λειοντοπάλης
Headword (normalized/stripped):
λειοντοπαλης
IDX:
52386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52387
Key:

Data

{'content': 'a wrestler with a lion'}