Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λειμωνοειδής
λειμωνόθεν
λείν
λείξουρος
λειόβατος
λειογένειος
λειόγλωσσος
λειοκάρηνος
λειόκαυλος
λειοκυμονέω
λειοκύμων
λειόμιτος
λειοντῆ
λειοντομάχης
λειοντοπάλης
λειοποιέω
λειοποίησις
λειόπους
λεῖος
λειόστρακον
λειότης
View word page
λειοκύμων
having low waves
ShortDef
having low waves
Debugging
Headword:
λειοκύμων
Headword (normalized):
λειοκύμων
Headword (normalized/stripped):
λειοκυμων
IDX:
52382
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52383
Key:
Data
{'content': 'having low waves'}