Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λειμματιαῖος
λειμόδωρον
λειμών
λειμωνήρης
λειμωνιάς
λειμώνιον
λειμώνιος
λειμωνοειδής
λειμωνόθεν
λείν
λείξουρος
λειόβατος
λειογένειος
λειόγλωσσος
λειοκάρηνος
λειόκαυλος
λειοκυμονέω
λειοκύμων
λειόμιτος
λειοντῆ
λειοντομάχης
View word page
λείξουρος
gluttonous

ShortDef

gluttonous

Debugging

Headword:
λείξουρος
Headword (normalized):
λείξουρος
Headword (normalized/stripped):
λειξουρος
IDX:
52375
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52376
Key:

Data

{'content': 'gluttonous'}