Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Λεβύα
λεγεών
λέγνον
λεγνωτός
λέγος
λέγω
Λέδων
λεηλασία
λεηλατέω
λεία
λεία2
λείαξ
λειαύστηρος
λείβδην
Λειβηθριάς
Λειβηθρίς
λείβηθρον
λείβω
λειεντερία
λειεντερικός
λειεντεριώδης
View word page
λεία2
booty, plunder

ShortDef

tool for smoothing stone
booty, plunder

Debugging

Headword:
λεία2
Headword (normalized):
λεία
Headword (normalized/stripped):
λεια2
IDX:
52349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52350
Key:

Data

{'content': 'booty, plunder'}