Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαχανοφαγία
λαχανώδης
λαχανωνυμία
λάχεια
Λάχεσις
λάχη
λαχή
Λάχης
λαχισμός
λαχμός
λαχμός2
λαχμός3
λάχνα
λαχνάεις
λάχνη
λαχνήεις
λαχνόγυιος
λαχνόομαι
λάχνος
λάχνος2
λαχνώδης
View word page
λαχμός2
kicking
ShortDef
portion
kicking
wool
Debugging
Headword:
λαχμός2
Headword (normalized):
λαχμός
Headword (normalized/stripped):
λαχμος2
IDX:
52303
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52304
Key:
Data
{'content': 'kicking'}