Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀγκυλόπους
ἀγκύλος
ἀγκυλότοξος
ἀγκυλοχείλης
ἀγκυλοχήλης
ἀγκυλόω
ἀγκύλωμα
ἀγκύλωσις
ἀγκυλωτός
ἄγκυρα
ἀγκυρίζω
ἀγκύριον
ἀγκύρισμα
ἀγκυρίτης
ἀγκυροβολέω
ἀγκυροβόλιον
ἀγκυροειδής
ἀγκυρομήλη
ἀγκυρουχία
ἀγκυρωτός
ἀγκών
View word page
ἀγκυρίζω
to throw by the hook-trick
ShortDef
to throw by the hook-trick
Debugging
Headword:
ἀγκυρίζω
Headword (normalized):
ἀγκυρίζω
Headword (normalized/stripped):
αγκυριζω
IDX:
522
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-523
Key:
Data
{'content': 'to throw by the hook-trick'}