Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαχανηφόρος
λαχανιά
λαχανίζω
λαχανικός
λαχάνιον
λαχάνιος
λαχανισμός
λαχανοειδής
λαχανοθήκη
λαχανοκοπικός
λάχανον
λαχανοπράτης
λαχανοπροβάλλω
λαχανόπτερος
λαχανοπωλεῖον
λαχανοπώλης
λαχανοπωλήτρια
λαχανοπωλικός
λαχανοπώλιον
λαχανόπωλις
λαχανόσπερμον
View word page
λάχανον
garden-herbs, potherbs, vegetables, greens

ShortDef

garden-herbs, potherbs, vegetables, greens

Debugging

Headword:
λάχανον
Headword (normalized):
λάχανον
Headword (normalized/stripped):
λαχανον
IDX:
52282
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52283
Key:

Data

{'content': 'garden-herbs, potherbs, vegetables, greens'}