Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαφυραγωγία
λαφυραγωγός
λαφυρεύω
λαφυροπωλέω
λαφυροπώλης
λαφυροπώλιον
λαφύσσω
λαφύστιος
λαχαίνω
λαχανάριον
λαχανᾶς
λαχανεία
λαχανεύω
λαχανηλόγος
λαχανηρός
λαχανηφόρος
λαχανιά
λαχανίζω
λαχανικός
λαχάνιον
λαχάνιος
View word page
λαχανᾶς
greengrocer

ShortDef

greengrocer

Debugging

Headword:
λαχανᾶς
Headword (normalized):
λαχανᾶς
Headword (normalized/stripped):
λαχανας
IDX:
52267
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52268
Key:

Data

{'content': 'greengrocer'}