Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λάτρον
λατρώδης
λατυπέω
λατύπη
λατυπικός
λατύπος
λατύσσω
λαυκανίη
λαυκελαρχέω
λαύρα
Λαύρειον
Λαυρεωτικός
λαύρη
Λαυριωτικός
λαυροστάται
Λαύρων
λαφθία
Λαφρήνιος
λάφυγμα
λαφυγμός
λαφύκτης
View word page
Λαύρειον
Mt. Laurium

ShortDef

Mt. Laurium

Debugging

Headword:
Λαύρειον
Headword (normalized):
λαύρειον
Headword (normalized/stripped):
λαυρειον
IDX:
52244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52245
Key:

Data

{'content': 'Mt. Laurium'}