Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λατόμιον
λατομίς
λατόμος
λάτος
λατρεία
λατρείω
λάτρευμα
λατρεύς
λάτρευσις
λατρευτικός
λατρεύω
λάτριος
λάτρις
λάτρον
λατρώδης
λατυπέω
λατύπη
λατυπικός
λατύπος
λατύσσω
λαυκανίη
View word page
λατρεύω
to work for hire

ShortDef

to work for hire

Debugging

Headword:
λατρεύω
Headword (normalized):
λατρεύω
Headword (normalized/stripped):
λατρευω
IDX:
52231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52232
Key:

Data

{'content': 'to work for hire'}