Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαρυγγικός
λαρυγγισμός
λαρυγγοτομέω
λαρυγγόφωνος
λάρυγξ
λαρύνω
Λαρώνιος
Λᾶς
λάσανα
λάσαρον
Λασθένης
λάσθη
λασιαύχην
λασιόθριξ
λασιόκνημος
λασιόκωφος
λασιόμαλον
λάσιον
λασιόπους
λάσιος
λασιόστερνος
View word page
Λασθένης
Lasthenes
ShortDef
Lasthenes
Debugging
Headword:
Λασθένης
Headword (normalized):
λασθένης
Headword (normalized/stripped):
λασθενης
IDX:
52185
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52186
Key:
Data
{'content': 'Lasthenes'}