Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Λαρισαῖος
Λαρίσιος
λαρκαγωγός
λαρκίδιον
λάρκος
λαρκοφορέω
λαρνακόγυιος
λαρνακοφθόρος
λάρναξ
λαροειδής
λάρος
λαρός
Λάρτιος
λαρυγγίζω
λαρυγγικός
λαρυγγισμός
λαρυγγοτομέω
λαρυγγόφωνος
λάρυγξ
λαρύνω
Λαρώνιος
View word page
λάρος
a sea bird (gull? cormorant?)
ShortDef
a sea bird (gull? cormorant?)
Debugging
Headword:
λάρος
Headword (normalized):
λάρος
Headword (normalized/stripped):
λαρος
IDX:
52171
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52172
Key:
Data
{'content': 'a sea bird (gull? cormorant?)'}