Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λάπτω
λαρδηγός
λάρδος
λάριμνον
λαρινός
λάρινος
λάριξ
Λάριος
Λάρισα
Λαρισαῖος
Λαρίσιος
λαρκαγωγός
λαρκίδιον
λάρκος
λαρκοφορέω
λαρνακόγυιος
λαρνακοφθόρος
λάρναξ
λαροειδής
λάρος
λαρός
View word page
Λαρίσιος
of Larisa

ShortDef

of Larisa

Debugging

Headword:
Λαρίσιος
Headword (normalized):
λαρίσιος
Headword (normalized/stripped):
λαρισιος
IDX:
52162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52163
Key:

Data

{'content': 'of Larisa'}