Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαπακτικός
λάπαξις
λαπάρα
λαπάρη
λαπαρός
λαπαρότης
λαπάσσω
λάπη
Λάπηθος
λαπίζω
Λαπίθαι
Λαπίθης
Λάπιθος
λάπισμα
λαπιστής
λάππειν
λαπτικός
λάπτω
λαρδηγός
λάρδος
λάριμνον
View word page
Λαπίθαι
Lapiths, tribe in Thessaly
ShortDef
Lapiths, tribe in Thessaly
Debugging
Headword:
Λαπίθαι
Headword (normalized):
λαπίθαι
Headword (normalized/stripped):
λαπιθαι
IDX:
52145
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52146
Key:
Data
{'content': 'Lapiths, tribe in Thessaly'}