Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λάπαθον
λαπακτικός
λάπαξις
λαπάρα
λαπάρη
λαπαρός
λαπαρότης
λαπάσσω
λάπη
Λάπηθος
λαπίζω
Λαπίθαι
Λαπίθης
Λάπιθος
λάπισμα
λαπιστής
λάππειν
λαπτικός
λάπτω
λαρδηγός
λάρδος
View word page
λαπίζω
swagger, rodomontade

ShortDef

swagger, rodomontade

Debugging

Headword:
λαπίζω
Headword (normalized):
λαπίζω
Headword (normalized/stripped):
λαπιζω
IDX:
52144
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52145
Key:

Data

{'content': 'swagger, rodomontade'}