Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαοφόρος
λάπαγμα
λαπαθοειδής
λάπαθον
λαπακτικός
λάπαξις
λαπάρα
λαπάρη
λαπαρός
λαπαρότης
λαπάσσω
λάπη
Λάπηθος
λαπίζω
Λαπίθαι
Λαπίθης
Λάπιθος
λάπισμα
λαπιστής
λάππειν
λαπτικός
View word page
λαπάσσω
empty
ShortDef
empty
Debugging
Headword:
λαπάσσω
Headword (normalized):
λαπάσσω
Headword (normalized/stripped):
λαπασσω
IDX:
52141
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52142
Key:
Data
{'content': 'empty'}