Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Λαοδάμεια
Λαοδίκη
λαόδικος
λαοδογματικός
Λαόδοκος
λαοδόκος
Λαοθόη
Λάοι
λαοκατάρατος
λαοκρατέομαι
λαοκρίτης
Λαομέδεια
Λαομεδοντιάδης
Λαομεδόντιος
Λαομέδων
λαομέδων
λαοξόος
λαοπαθής
λαοπλάνος
λαοπόρος
λᾶος
View word page
λαοκρίτης
judge in native court

ShortDef

judge in native court

Debugging

Headword:
λαοκρίτης
Headword (normalized):
λαοκρίτης
Headword (normalized/stripped):
λαοκριτης
IDX:
52108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52109
Key:

Data

{'content': 'judge in native court'}