Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαξικός
λάξιμος
λάξις
λαξόος
λαοβότειρα
Λαόγονος
λαογραφέω
λαογραφία
λαογράφος
Λαοδάμας
λαοδάμας
Λαοδάμεια
Λαοδίκη
λαόδικος
λαοδογματικός
Λαόδοκος
λαοδόκος
Λαοθόη
Λάοι
λαοκατάρατος
λαοκρατέομαι
View word page
λαοδάμας
man-taming

ShortDef

Laodamas
man-taming

Debugging

Headword:
λαοδάμας
Headword (normalized):
λαοδάμας
Headword (normalized/stripped):
λαοδαμας
IDX:
52097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52098
Key:

Data

{'content': 'man-taming'}