Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαμπάς2
λαμπετάω
Λαμπέτεια
λαμπέτης
Λαμπετίδης
Λαμπετίη
Λαμπεύς
λάμπη
λαμπηδών
λαμπήνη
λαμπηνικός
λαμπηρός
Λάμπος
λάμπουρις
λάμπουρος
λαμπραυγής
λαμπρειμονέω
λαμπρείμων
λαμπρίζομαι
λαμπρόβιος
λαμπροειδής
View word page
λαμπηνικός
ike a λαμπήνη

ShortDef

ike a λαμπήνη

Debugging

Headword:
λαμπηνικός
Headword (normalized):
λαμπηνικός
Headword (normalized/stripped):
λαμπηνικος
IDX:
52033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-52034
Key:

Data

{'content': 'ike a λαμπήνη'}