Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Λαμιακός
Λαμίας
Λαμιεύς
λᾶμμα
λᾶμνα
Λαμνιάς
Λάμνιος
λαμόπτης
λάμος
Λάμος
λαμπαδαρχέω
λαμπαδάρχης
λαμπαδαρχία
λαμπαδεία
λαμπαδεῖον
λαμπαδεύω
λαμπαδηδρομία
λαμπαδηφορέω
λαμπαδηφορία
λαμπαδηφόρος
λαμπαδίας
View word page
λαμπαδαρχέω
act as λαμπαδάρχης

ShortDef

act as λαμπαδάρχης

Debugging

Headword:
λαμπαδαρχέω
Headword (normalized):
λαμπαδαρχέω
Headword (normalized/stripped):
λαμπαδαρχεω
IDX:
51996
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51997
Key:

Data

{'content': 'act as λαμπαδάρχης'}