Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λάμαχος
λαμβάνω
Λάμια
Λαμία
Λαμιακός
Λαμίας
Λαμιεύς
λᾶμμα
λᾶμνα
Λαμνιάς
Λάμνιος
λαμόπτης
λάμος
Λάμος
λαμπαδαρχέω
λαμπαδάρχης
λαμπαδαρχία
λαμπαδεία
λαμπαδεῖον
λαμπαδεύω
λαμπαδηδρομία
View word page
Λάμνιος
Lemnian
ShortDef
Lemnian
Debugging
Headword:
Λάμνιος
Headword (normalized):
λάμνιος
Headword (normalized/stripped):
λαμνιος
IDX:
51992
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51993
Key:
Data
{'content': 'Lemnian'}