Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λακπάτητος
λακτίζω
λάκτις
λάκτισμα
λακτισμός
λακτιστής
λακτιστικός
Λακτοῦκας
Λάκων
Λακωνίζω
Λακωνικός
Λακωνισμός
Λακωνιστής
λακωνομανέω
Λακωνόσημος
λαλαγέω
λαλαγή
λαλάγημα
λαλαγητής
λάλαξ
λαλέω
View word page
Λακωνικός
Laconian

ShortDef

Laconian

Debugging

Headword:
Λακωνικός
Headword (normalized):
λακωνικός
Headword (normalized/stripped):
λακωνικος
IDX:
51957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51958
Key:

Data

{'content': 'Laconian'}