Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαιός2
λαιοτομέω
Λαΐς
λαισήϊον
λαίσκαπρος
Λαιστρυγόνιος
Λαιστρυγών
λαῖτμα
Λαιτώριος
λαῖφος
λαιψηροδρόμος
λαιψηρός
λακάζω
Λάκαινα
λακάρα
λακαταπύγων
λάκαφθον
λακάω
Λακεδαιμόνιος
Λακεδαίμων
λακεδών
View word page
λαιψηροδρόμος
swift-running

ShortDef

swift-running

Debugging

Headword:
λαιψηροδρόμος
Headword (normalized):
λαιψηροδρόμος
Headword (normalized/stripped):
λαιψηροδρομος
IDX:
51913
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51914
Key:

Data

{'content': 'swift-running'}