Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαιλαφέτης
λαῖλαψ
λαιμαγχία
λαιμαργία
λαίμαργος
λαιμαργότης
λαιμάσσω
λαίμαστρον
λαιμίζω
λαιμοδακής
λαιμοπέδη
λαιμόρρυτος
λαιμός
λαιμός2
λαιμότμητος
λαιμοτόμας
λαιμοτομέω
λαιμοτόμος
λαιμότομος
Λαινάτης
λαΐνεος
View word page
λαιμοπέδη
a dog-collar

ShortDef

a dog-collar

Debugging

Headword:
λαιμοπέδη
Headword (normalized):
λαιμοπέδη
Headword (normalized/stripped):
λαιμοπεδη
IDX:
51886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51887
Key:

Data

{'content': 'a dog-collar'}