Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαθροπόδης
λαθροφαγέω
λαθροφάγος
λαθυρίς
λάθυρος
λάθω
λαιαί
Λαΐας
λᾶϊγξ
λαιδρός
Λαΐειος
λαίθαργος
λαικάζω
λαικαστής
λαικάστρια
λαϊκός
λαϊκόω
λαιλαπίζω
λαιλαπώδης
λαιλαφέτης
λαῖλαψ
View word page
Λαΐειος
of Laius
ShortDef
of Laius
Debugging
Headword:
Λαΐειος
Headword (normalized):
λαΐειος
Headword (normalized/stripped):
λαιειος
IDX:
51867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51868
Key:
Data
{'content': 'of Laius'}