Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαθρεπίβουλος
λάθρῃ
λάθριος
λαθροβόλος
λαθρόβολος
λαθροδάκνης
λαθροκοιτέω
λαθρόνυμφος
λαθρόπινος
λαθροπόδης
λαθροφαγέω
λαθροφάγος
λαθυρίς
λάθυρος
λάθω
λαιαί
Λαΐας
λᾶϊγξ
λαιδρός
Λαΐειος
λαίθαργος
View word page
λαθροφαγέω
eat secretly

ShortDef

eat secretly

Debugging

Headword:
λαθροφαγέω
Headword (normalized):
λαθροφαγέω
Headword (normalized/stripped):
λαθροφαγεω
IDX:
51858
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51859
Key:

Data

{'content': 'eat secretly'}