Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λαθίφθογγος
λαθιφροσύνη
λαθίφρων
λάθος
λᾶθος
λαθραιόκοιτος
λαθραιοπραγέω
λαθραῖος
λαθρεπίβουλος
λάθρῃ
λάθριος
λαθροβόλος
λαθρόβολος
λαθροδάκνης
λαθροκοιτέω
λαθρόνυμφος
λαθρόπινος
λαθροπόδης
λαθροφαγέω
λαθροφάγος
λαθυρίς
View word page
λάθριος
treacherously
ShortDef
treacherously
Debugging
Headword:
λάθριος
Headword (normalized):
λάθριος
Headword (normalized/stripped):
λαθριος
IDX:
51850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51851
Key:
Data
{'content': 'treacherously'}