Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λαγαρός
λαγαρότης
λαγαρώδης
λαγγάζω
λαγγών
λαγέτας
λαγιδεύς
Λαγίδης
λάγινος
λάγιον
λάγκη
λαγκία
λαγκίολα
λάγκλα
λαγνεία
λάγνευμα
λαγνεύω
λάγνος
λαγοδαίτης
λαγοθήρας
λαγοθηρέω
View word page
λάγκη
lanx

ShortDef

lanx

Debugging

Headword:
λάγκη
Headword (normalized):
λάγκη
Headword (normalized/stripped):
λαγκη
IDX:
51788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51789
Key:

Data

{'content': 'lanx'}