Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κωπίον
κωποξύστης
κωποπώλης
κωπώ
κωραλλεύς
κώριον
κωρισμός
Κωρυκαῖος
Κωρύκιος
Κωρυκίς
Κωρυκιώτης
κωρυκοβολία
κώρυκος
Κώρυκος
κωρυκώδης
Κῶς
κῶς
κῶς2
κώταλις
κώταλος
κωτιλάς
View word page
Κωρυκιώτης
of Corycus

ShortDef

of Corycus

Debugging

Headword:
Κωρυκιώτης
Headword (normalized):
κωρυκιώτης
Headword (normalized/stripped):
κωρυκιωτης
IDX:
51704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51705
Key:

Data

{'content': 'of Corycus'}