Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κωπηλάτης
κωπηλατικός
κωπήλατος
κωπήρης
κωπίον
κωποξύστης
κωποπώλης
κωπώ
κωραλλεύς
κώριον
κωρισμός
Κωρυκαῖος
Κωρύκιος
Κωρυκίς
Κωρυκιώτης
κωρυκοβολία
κώρυκος
Κώρυκος
κωρυκώδης
Κῶς
κῶς
View word page
κωρισμός
education, upbringing

ShortDef

education, upbringing

Debugging

Headword:
κωρισμός
Headword (normalized):
κωρισμός
Headword (normalized/stripped):
κωρισμος
IDX:
51700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51701
Key:

Data

{'content': 'education, upbringing'}