Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κῶμος
κωμοφύλαξ
κώμυς
κωμῳδέω
κωμῴδημα
κωμῳδητέον
κωμῳδία
κωμῳδικός
κωμῳδιογράφος
κωμῳδοδιδασκαλία
κωμῳδοδιδάσκαλος
κωμῳδολοιχέω
κωμῳδοποιητής
κωμῳδοποιΐα
κωμῳδοποιός
κωμῳδός
κωμῳδοτραγῳδία
κωνάριον
κωνάω
κωνειάζομαι
κώνειον
View word page
κωμῳδοδιδάσκαλος
a comic poet

ShortDef

a comic poet

Debugging

Headword:
κωμῳδοδιδάσκαλος
Headword (normalized):
κωμῳδοδιδάσκαλος
Headword (normalized/stripped):
κωμωδοδιδασκαλος
IDX:
51648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51649
Key:

Data

{'content': 'a comic poet'}